ζιζάνιο που μολύνει τα πάντα χωρίς να σκοτώνει τίποτα.
Ένα συναίσθημα που οδηγεί τον άνθρωπο σε ακραίες αντιδράσεις. Πόσα και
πόσα δεν είναι τα εγκλήματα που έγιναν με αφορμή τη ζήλια; Όταν σε
«επισκεφθεί» δύσκολα μπορείς να την διώξεις. Δικαιολογημένα ή
αδικαιολόγητα.
Για τη ζήλια έχουν γραφτεί θεατρικά έργα, τραγούδια και ποιήματα.
Χιλιάδες οι ερωτικές ιστορίες που έχουν κοινό παρανομαστή αυτό το πέρα
για πέρα ανθρώπινο συναίσθημα. Εκατοντάδες οι φορές που γέμισαν τα
πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.
Η ζήλια δεν κοιτάει αν είναι πλούσιος ή φτωχός. «Ανώνυμος» ή
διάσημος. Και αυτό φαίνεται να το βίωσε η μεγάλη Σοφία Βέμπο και να το
ένιωσε στο… πετσί της (κυριολεκτικά και μεταφορικά) η σπουδαία ηθοποιός
Σπεράντζα Βρανά. Στη μέση ο Μίμης Τραϊφόρος!
Μια σχέση που γεννήθηκε μέσα στη φωτιά του πολέμου
Λίγο καιρό πριν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος χτυπήσει και την «πόρτα» της
Ελλάδας ο Μίμης Τραϊφόρος και η Σοφία Βέμπο ακολουθούν παράλληλες
πορείες. Ο σπουδαίους δημιουργός μεγαλουργεί στην περίφημη «Όασις» του
Ζαππείου, ενώ η Βέμπο τραγουδάει και επιπλέον παίζει και στο θέατρο.
Τον Αύγουστο του 1940 οι δυο παράλληλες αυτές πορείες θα
«συναντηθούν» και μάλιστα με… επεισοδιακό τρόπο. Η Βέμπο πάει να δει το
πρόγραμμα του Τραϊφόρου στο Ζάππειο και εκεί οι δυο εκρηκτικές
προσωπικότητες θα συγκρουστούν. Τα φαρμακερά βέλη εκατέρωθεν πολλά αλλά η
φωτιά του πολέμου θα βάλει άλλες προτεραιότητες.
Παρά το εχθρικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους ο Τραϊφόρος
ανακαλύπτει στη φωνή της Βέμπο τη τραγουδίστρια που μπορεί να ερμηνεύσει
τα τραγούδια- ύμνους που γράφει προκειμένου να εμψυχώνει όσους πολεμούν
στο μέτωπο και να δίνει κουράγιο σε όσους γυρνάνε τραυματισμένοι από
αυτό.
Σύντομα οι δυο τους δημιουργούν ένα εκπληκτικό καλλιτεχνικό δίδυμο.
Συνεργάζονται για πρώτη φορά στις πολεμικές επιθεωρήσεις του θεάτρου
«Μοντιάλ»! Ο Τραϊφόρος γράφει τα «παιδιά, της Ελλάδος παιδιά» και η
εμπόλεμη χώρα αποκτά ένα νέο «εθνικό ύμνο»!
Τραϊφόρος και Βέμπο, μαζί με τον υπόλοιπο θίασο (στον οποίο
συμμετέχει και η νεαρή και ανερχόμενη τότε, Ρένα Βλαχοπούλου), δίνουν
παραστάσεις και τραγουδούν όπου μπορούν. Στο θέατρο, σε νοσοκομεία, στο
ραδιόφωνο. Μέχρι το 1942 δίνουν εκατοντάδες παραστάσεις. Από εκεί και
πέρα, ωστόσο, τα πράγματα αγριεύουν και οι Γερμανοί κατακτητές που
διαπιστώνουν την επίδραση που έχει πάνω στο λαό η τραγουδίστρια την
κυνηγούν και δεν την αφήνουν να τραγουδήσει.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η σχέση των δυο «δένεται με ατσάλι» και η
Βέμπο ερωτεύεται παράφορα τον Τραϊφόρο. Οι δυο τους αναγκάζονται να
εγκαταλείψουν την Ελλάδα και φεύγουν για την Αίγυπτο απ’ όπου
επιστρέφουν το 1946.
Έρωτας, πάθος αλλά και παράφορη ζήλια
Παρά τον εμφύλιο (όπου η Βέμπο πήρε ξεκάθαρη θέση υπέρ του Εθνικού
Στρατού) που μαίνεται, το καλλιτεχνικό ζευγάρι βιώνει μέρες προσωπικής
αλλά και επαγγελματικής ευτυχίας. Ο έρωτας τους βρισκόταν στο απόγειό
του. «Ένας έρωτας που έπεσε σαν οδοστρωτήρας στη ζωή μου και δεν άφησε
όρθιες ούτε τις αναμνήσεις μου. Ήμουν γεμάτος δέος απέναντι σ’ αυτή τη
γυναίκα. Γιατί το μόνο που σου επέτρεπε ήταν να τη σέβεσαι. Δεν τολμούσα
να σηκώσω τα μάτια μου να την κοιτάξω», έλεγε ο Τραϊφόρος.
Ο σπουδαίος συνθέτης, ωστόσο, είχε τη φήμη του «άτακτου», του
«ατίθασου» σε ότι αφορά τις ερωτικές του σχέσεις. Αυτή η φήμη φαίνεται
πως ήταν αρκετή, ώστε, να σπείρει τον σπόρο της ζήλιας στην καρδιά της
Σοφίας Βέμπο.
Η μεγάλη τραγουδίστρια ένιωθε πως όποια γυναίκα πλησιάζει τον άνθρωπο
της το κάνει με πονηρούς σκοπούς στους οποίους εκείνος δεν είχε τον
παραμικρό ενδοιασμό να ενδώσει. Κανείς δεν γνωρίζει αν όντως ο Τραϊφόρος
ήταν τόσο επιρρεπής στον πειρασμό όσο έλεγε η Βέμπο. Σε αυτές τις
περιπτώσεις, όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός, «καλύτερα να σου βγει το
μάτι παρά το όνομα»!
Σε κάθε περίπτωση η ζήλια της Βέμπο είχε γίνει από έντονη και
παράφορη, παθολογική. Αυτό φαίνεται από το γεγονός πως είχε βάλει ακόμα
και να τον παρακολουθούν. Ένας από τους… «ντεντέκτιβ» ήταν και η Γεωργία
Βασιλειάδου.
Οι δυο γυναίκες είχαν αναπτύξει μια εξαιρετική σχέση και η
τραγουδίστρια θεωρούσε τον εαυτό της προστάτιδα της ηθοποιού. Όταν,
μάλιστα, χρειάστηκε να απουσιάσει για λίγο καιρό για περιοδεία στην
Αμερική έδωσε εντολή να συμμετάσχει η Βασιλειάδου σε όλες τις
παραστάσεις που ανέβαιναν στο θέατρό της. Αυτή ήταν η «βιτρίνα».
Στην πραγματικότητα η Βέμπο, φεύγοντας για την Αμερική έδωσε εντολή
στη Βασιλειάδου να έχει από κοντά τον Τραϊφόρο, να παρακολουθεί τις
κινήσεις του και να της αναφέρει οτιδήποτε κάνει όσο… αθώο κι αν
φαίνεται!
Το μαλλιοτράβηγμα της Σπεράντζας Βρανά, η δημόσια συγγνώμη και ο γάμος
Η παθολογική ζήλια της Βέμπο την οδήγησε σε πολλές και ακραίες
αντιδράσεις. Ίσως η πλέον ακραία ήταν αυτή με… «θύμα» την πληθωρική
Σπεράντζα Βρανά.
Η νεαρή ηθοποιός συμμετείχε στο θίασο της Βέμπο στην επιθεώρηση
«Έχετε γεια βρυσούλες» στην Θεσσαλονίκη. Για… ευνόητους λόγους η Βρανά
είχε έναν μικρό ρόλο. Κάθε της κίνηση περνούσε από το μικροσκόπιο της
Βέμπο η οποία ήδη είχε δημιουργήσει στο μυαλό της το σενάριο πως κάτι
τρέχει ανάμεσα σε εκείνη και τον Τραϊφόρο.
Αυτή η πεποίθηση την έκανε να έχει μια εξαιρετικά κακή συμπεριφορά
απέναντι στη νεαρή ηθοποιό με αποτέλεσμα να την κατσαδιάζει δημοσίως σε
κάθε ευκαιρία. Όταν ο θίασος πήγε περιοδεία στην Κωνσταντινούπολη η
κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο.
Ένας μηχανικός του θεάτρου αγάπησε παράφορα τη Βρανά. Μέχρι και δυο
απόπειρες αυτοκτονίας έκανε για χάρη της. Το γεγονός ότι η όμορφη
ηθοποιός δεν ενέδιδε είχε πείσει τη Βέμπο πως «κάτι τρέχει με τον Μίμη»!
Όταν, μάλιστα, μια μέρα πέτυχε τη Βρανά στο καμαρίνι του Τραϊφόρου
έγινε έξω φρενών. Την έβρισε, της φώναξε, της μίλησε υποτιμητικά και της
έδωσε εντολή να μην τον ξαναπλησιάσει. Η Βρανά της αντιμίλησε και πλέον
έλειπε η σπίθα που θα ανάψει το φυτίλι.
Αυτό έγινε μερικές ημέρες αργότερα, όταν μετά το τέλος της παράστασης
οι δυο γυναίκες συναντήθηκαν. Η Βέμπο με πρόσχημα πως η Βρανά δεν είχε
καμία δουλειά στο σημείο που βρέθηκαν (στο πίσω μέρος της σκηνής) μίλησε
και πάλι άσχημα στην ηθοποιό. Εκείνη αντέδρασε, απάντησε.
«Έλα δω, Βρανά. Δεν μου λες πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι, σε μπουλούκι
και κάνεις ό,τι θες». Και η Βρανά της απάντησε «Όχι σε μπουλούκι, κυρία
Βέμπο, με πήρατε από το Ακροπόλ νομίζω», περιγράφει στην αυτοβιογραφία
της η Σπεράντζα Βρανά. Τότε η Βέμπο την άρπαξε από το μαλλί και άρχισε
να την χτυπάει. Τα χτυπήματα ήταν πολλά και δυνατά. Η Βρανά μάτωσε. Ο
Νίκος Σταυρίδης ήταν αυτός που κατάφερε να πάρει τη νεαρή ηθοποιό από τα
χέρια της μαινόμενης Βέμπο.
Λίγο καιρό αργότερα ο θίασος πήγε για κάποιες παραστάσεις στην Κύπρο.
Εκεί η Βρανά δέχθηκε πρόταση για να συμμετάσχει σε μια άλλη παράσταση
και έτσι έφυγε από το θίασο της Βέμπο. Το τελευταίο βράδυ όλοι οι
συντελεστές έφαγαν μαζί και η Βέμπο εμφανώς μετανιωμένη για τη
συμπεριφορά της, ζήτησε να κάνει πρόποση. «Πίνω στην υγειά της Βρανά που
είναι το καλύτερο κορίτσι του θιάσου και της εύχομαι «Καλή επιτυχία»
τώρα που θα γυρίσει και καλή καριέρα γιατί της αξίζει», είπε και οι δυο
γυναίκες έμειναν καλές φίλες καθώς η Βρανά την συγχώρησε.
Η σχέση της Σοφίας Βέμπο με τον Μίμη Τραϊφόρο ξεκίνησε το 1940.
Ένα συναίσθημα που οδηγεί τον άνθρωπο σε ακραίες αντιδράσεις. Πόσα και
πόσα δεν είναι τα εγκλήματα που έγιναν με αφορμή τη ζήλια; Όταν σε
«επισκεφθεί» δύσκολα μπορείς να την διώξεις. Δικαιολογημένα ή
αδικαιολόγητα.
Για τη ζήλια έχουν γραφτεί θεατρικά έργα, τραγούδια και ποιήματα.
Χιλιάδες οι ερωτικές ιστορίες που έχουν κοινό παρανομαστή αυτό το πέρα
για πέρα ανθρώπινο συναίσθημα. Εκατοντάδες οι φορές που γέμισαν τα
πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.
Η ζήλια δεν κοιτάει αν είναι πλούσιος ή φτωχός. «Ανώνυμος» ή
διάσημος. Και αυτό φαίνεται να το βίωσε η μεγάλη Σοφία Βέμπο και να το
ένιωσε στο… πετσί της (κυριολεκτικά και μεταφορικά) η σπουδαία ηθοποιός
Σπεράντζα Βρανά. Στη μέση ο Μίμης Τραϊφόρος!
Μια σχέση που γεννήθηκε μέσα στη φωτιά του πολέμου
Λίγο καιρό πριν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος χτυπήσει και την «πόρτα» της
Ελλάδας ο Μίμης Τραϊφόρος και η Σοφία Βέμπο ακολουθούν παράλληλες
πορείες. Ο σπουδαίους δημιουργός μεγαλουργεί στην περίφημη «Όασις» του
Ζαππείου, ενώ η Βέμπο τραγουδάει και επιπλέον παίζει και στο θέατρο.
Τον Αύγουστο του 1940 οι δυο παράλληλες αυτές πορείες θα
«συναντηθούν» και μάλιστα με… επεισοδιακό τρόπο. Η Βέμπο πάει να δει το
πρόγραμμα του Τραϊφόρου στο Ζάππειο και εκεί οι δυο εκρηκτικές
προσωπικότητες θα συγκρουστούν. Τα φαρμακερά βέλη εκατέρωθεν πολλά αλλά η
φωτιά του πολέμου θα βάλει άλλες προτεραιότητες.
Παρά το εχθρικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους ο Τραϊφόρος
ανακαλύπτει στη φωνή της Βέμπο τη τραγουδίστρια που μπορεί να ερμηνεύσει
τα τραγούδια- ύμνους που γράφει προκειμένου να εμψυχώνει όσους πολεμούν
στο μέτωπο και να δίνει κουράγιο σε όσους γυρνάνε τραυματισμένοι από
αυτό.
Σύντομα οι δυο τους δημιουργούν ένα εκπληκτικό καλλιτεχνικό δίδυμο.
Συνεργάζονται για πρώτη φορά στις πολεμικές επιθεωρήσεις του θεάτρου
«Μοντιάλ»! Ο Τραϊφόρος γράφει τα «παιδιά, της Ελλάδος παιδιά» και η
εμπόλεμη χώρα αποκτά ένα νέο «εθνικό ύμνο»!
Τραϊφόρος και Βέμπο, μαζί με τον υπόλοιπο θίασο (στον οποίο
συμμετέχει και η νεαρή και ανερχόμενη τότε, Ρένα Βλαχοπούλου), δίνουν
παραστάσεις και τραγουδούν όπου μπορούν. Στο θέατρο, σε νοσοκομεία, στο
ραδιόφωνο. Μέχρι το 1942 δίνουν εκατοντάδες παραστάσεις. Από εκεί και
πέρα, ωστόσο, τα πράγματα αγριεύουν και οι Γερμανοί κατακτητές που
διαπιστώνουν την επίδραση που έχει πάνω στο λαό η τραγουδίστρια την
κυνηγούν και δεν την αφήνουν να τραγουδήσει.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η σχέση των δυο «δένεται με ατσάλι» και η
Βέμπο ερωτεύεται παράφορα τον Τραϊφόρο. Οι δυο τους αναγκάζονται να
εγκαταλείψουν την Ελλάδα και φεύγουν για την Αίγυπτο απ’ όπου
επιστρέφουν το 1946.
Έρωτας, πάθος αλλά και παράφορη ζήλια
Παρά τον εμφύλιο (όπου η Βέμπο πήρε ξεκάθαρη θέση υπέρ του Εθνικού
Στρατού) που μαίνεται, το καλλιτεχνικό ζευγάρι βιώνει μέρες προσωπικής
αλλά και επαγγελματικής ευτυχίας. Ο έρωτας τους βρισκόταν στο απόγειό
του. «Ένας έρωτας που έπεσε σαν οδοστρωτήρας στη ζωή μου και δεν άφησε
όρθιες ούτε τις αναμνήσεις μου. Ήμουν γεμάτος δέος απέναντι σ’ αυτή τη
γυναίκα. Γιατί το μόνο που σου επέτρεπε ήταν να τη σέβεσαι. Δεν τολμούσα
να σηκώσω τα μάτια μου να την κοιτάξω», έλεγε ο Τραϊφόρος.
Ο σπουδαίος συνθέτης, ωστόσο, είχε τη φήμη του «άτακτου», του
«ατίθασου» σε ότι αφορά τις ερωτικές του σχέσεις. Αυτή η φήμη φαίνεται
πως ήταν αρκετή, ώστε, να σπείρει τον σπόρο της ζήλιας στην καρδιά της
Σοφίας Βέμπο.
Η μεγάλη τραγουδίστρια ένιωθε πως όποια γυναίκα πλησιάζει τον άνθρωπο
της το κάνει με πονηρούς σκοπούς στους οποίους εκείνος δεν είχε τον
παραμικρό ενδοιασμό να ενδώσει. Κανείς δεν γνωρίζει αν όντως ο Τραϊφόρος
ήταν τόσο επιρρεπής στον πειρασμό όσο έλεγε η Βέμπο. Σε αυτές τις
περιπτώσεις, όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός, «καλύτερα να σου βγει το
μάτι παρά το όνομα»!
Σε κάθε περίπτωση η ζήλια της Βέμπο είχε γίνει από έντονη και
παράφορη, παθολογική. Αυτό φαίνεται από το γεγονός πως είχε βάλει ακόμα
και να τον παρακολουθούν. Ένας από τους… «ντεντέκτιβ» ήταν και η Γεωργία
Βασιλειάδου.
Οι δυο γυναίκες είχαν αναπτύξει μια εξαιρετική σχέση και η
τραγουδίστρια θεωρούσε τον εαυτό της προστάτιδα της ηθοποιού. Όταν,
μάλιστα, χρειάστηκε να απουσιάσει για λίγο καιρό για περιοδεία στην
Αμερική έδωσε εντολή να συμμετάσχει η Βασιλειάδου σε όλες τις
παραστάσεις που ανέβαιναν στο θέατρό της. Αυτή ήταν η «βιτρίνα».
Στην πραγματικότητα η Βέμπο, φεύγοντας για την Αμερική έδωσε εντολή
στη Βασιλειάδου να έχει από κοντά τον Τραϊφόρο, να παρακολουθεί τις
κινήσεις του και να της αναφέρει οτιδήποτε κάνει όσο… αθώο κι αν
φαίνεται!
Το μαλλιοτράβηγμα της Σπεράντζας Βρανά, η δημόσια συγγνώμη και ο γάμος
Η παθολογική ζήλια της Βέμπο την οδήγησε σε πολλές και ακραίες
αντιδράσεις. Ίσως η πλέον ακραία ήταν αυτή με… «θύμα» την πληθωρική
Σπεράντζα Βρανά.
Η νεαρή ηθοποιός συμμετείχε στο θίασο της Βέμπο στην επιθεώρηση
«Έχετε γεια βρυσούλες» στην Θεσσαλονίκη. Για… ευνόητους λόγους η Βρανά
είχε έναν μικρό ρόλο. Κάθε της κίνηση περνούσε από το μικροσκόπιο της
Βέμπο η οποία ήδη είχε δημιουργήσει στο μυαλό της το σενάριο πως κάτι
τρέχει ανάμεσα σε εκείνη και τον Τραϊφόρο.
Αυτή η πεποίθηση την έκανε να έχει μια εξαιρετικά κακή συμπεριφορά
απέναντι στη νεαρή ηθοποιό με αποτέλεσμα να την κατσαδιάζει δημοσίως σε
κάθε ευκαιρία. Όταν ο θίασος πήγε περιοδεία στην Κωνσταντινούπολη η
κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο.
Ένας μηχανικός του θεάτρου αγάπησε παράφορα τη Βρανά. Μέχρι και δυο
απόπειρες αυτοκτονίας έκανε για χάρη της. Το γεγονός ότι η όμορφη
ηθοποιός δεν ενέδιδε είχε πείσει τη Βέμπο πως «κάτι τρέχει με τον Μίμη»!
Όταν, μάλιστα, μια μέρα πέτυχε τη Βρανά στο καμαρίνι του Τραϊφόρου
έγινε έξω φρενών. Την έβρισε, της φώναξε, της μίλησε υποτιμητικά και της
έδωσε εντολή να μην τον ξαναπλησιάσει. Η Βρανά της αντιμίλησε και πλέον
έλειπε η σπίθα που θα ανάψει το φυτίλι.
Αυτό έγινε μερικές ημέρες αργότερα, όταν μετά το τέλος της παράστασης
οι δυο γυναίκες συναντήθηκαν. Η Βέμπο με πρόσχημα πως η Βρανά δεν είχε
καμία δουλειά στο σημείο που βρέθηκαν (στο πίσω μέρος της σκηνής) μίλησε
και πάλι άσχημα στην ηθοποιό. Εκείνη αντέδρασε, απάντησε.
«Έλα δω, Βρανά. Δεν μου λες πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι, σε μπουλούκι
και κάνεις ό,τι θες». Και η Βρανά της απάντησε «Όχι σε μπουλούκι, κυρία
Βέμπο, με πήρατε από το Ακροπόλ νομίζω», περιγράφει στην αυτοβιογραφία
της η Σπεράντζα Βρανά. Τότε η Βέμπο την άρπαξε από το μαλλί και άρχισε
να την χτυπάει. Τα χτυπήματα ήταν πολλά και δυνατά. Η Βρανά μάτωσε. Ο
Νίκος Σταυρίδης ήταν αυτός που κατάφερε να πάρει τη νεαρή ηθοποιό από τα
χέρια της μαινόμενης Βέμπο.
Λίγο καιρό αργότερα ο θίασος πήγε για κάποιες παραστάσεις στην Κύπρο.
Εκεί η Βρανά δέχθηκε πρόταση για να συμμετάσχει σε μια άλλη παράσταση
και έτσι έφυγε από το θίασο της Βέμπο. Το τελευταίο βράδυ όλοι οι
συντελεστές έφαγαν μαζί και η Βέμπο εμφανώς μετανιωμένη για τη
συμπεριφορά της, ζήτησε να κάνει πρόποση. «Πίνω στην υγειά της Βρανά που
είναι το καλύτερο κορίτσι του θιάσου και της εύχομαι «Καλή επιτυχία»
τώρα που θα γυρίσει και καλή καριέρα γιατί της αξίζει», είπε και οι δυο
γυναίκες έμειναν καλές φίλες καθώς η Βρανά την συγχώρησε.
Η σχέση της Σοφίας Βέμπο με τον Μίμη Τραϊφόρο ξεκίνησε το 1940.
Στην αρχή βλεπόντουσαν κρυφά, στη συνέχεια συζούσαν και τελικά παντρεύτηκαν το 1957. Έμειναν μαζί μέχρι το τέλος. Παρά τους φόβους της Βέμπο, δεν τους χώρισε κάποια άλλη γυναίκα αλλά ο θάνατος.
Η τραγουδίστρια της νίκης, έφυγε από τη ζωή στις 11 Μαρτίου 1978, έπειτα από εγκεφαλικό επεισόδιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου